Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Φόβος

Ο φόβος δεν είναι πάντοτε κάτι κακό,  όπως ίσως μάθαμε να πιστεύουμε. Η ορθή χρήση του φόβου είναι να ενεργεί ως μια προειδοποίηση, ως ένα "καμπανάκι", όταν βρισκόμαστε σε κάποια επικίνδυνη κατάσταση, ώστε να λάβουμε τα μέτρα μας και να προφυλαχθούμε. Η ορθή χρήση του φόβου μπορεί να μας βοηθήσει να διατηρηθούμε σε ετοιμότητα έναντι των προκλήσεων της ζωής, προφυλάσσοντας μας από την αμέλεια και την αδιαφορία, και διατηρώντας ενεργή τη σύνδεση με τη συνείδηση μας.
Είναι αλήθεια όμως, πως όταν κάποιος άλλος προσπαθεί να μας επιβληθεί εκφοβίζοντάς μας, όταν είμαστε σε μια τρομοκρατημένη κατάσταση, ή όταν από φόβο και καχυποψία αποφεύγουμε την εμπειρία της ζωής, τότε υπάρχει πρόβλημα και μιλάμε για ένα φόβο που είναι καλύτερα να υπερνικηθεί: Τέτοιοι φόβοι μάς παραλύουν και μας αποξενώνουν από την αυθεντικότητά μας. Ο καλύτερος τρόπος για να υπερνικηθεί ένας φόβος, είναι το να εκθέτουμε σταδιακά τον εαυτό μας σε μικρές δόσεις του πράγματος που μας φοβίζει, αλλά με ψυχραιμία, ώστε σιγά - σιγά ο ψυχισμός μας να δημιουργήσει άμυνες και αντιστάσεις. Επίσης είναι χρήσιμο να αποκτήσουμε τη δεξιότητα του να ρυθμίζουμε το συναίσθημα του φόβου, ελέγχοντας με τη λογική μας κατά πόσο αυτό ανταποκρίνεται στους πραγματικούς κινδύνους που μας περιβάλλουν.
 

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Συγχώρηση...


Χρωστούσε μύρια τάλαντα, δηλαδή κάπου 1,5δις ευρώ. σημερινά λεφτά. Πώς έγινε; Τα δανείστηκε; Έκανε κάποια ζημιά και του τα χρέωσαν; Ποιος ξέρει; Και τώρα πού να τα βρει να ξεπληρώσει, αυτός, ένας ταπεινός δούλος; Και να που το αφεντικό αποφάσισε να ξεκαθαρίσει όλους τους λογαριασμούς. Θα έπρεπε τώρα να υποθηκεύσει το μέλλον της οικογένειας του, της αγαπημένης του γυναίκας και των παιδιών του. Να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα της πόλης. Μα και πάλι, μύρια τάλαντα….; Με τίποτα δεν θα ‘πιαναν. Έπεσε στα γόνατα ο δούλος να ικετεύει, ένα κουβάρι στα πόδια του κυρίου του, για έλεος. Ποτάμι τα δάκρυα. «Θα στα γυρίσω όλα. Δώσ’ μου χρόνο!» Πώς θα μπορούσε; Πέντε γενιές να δούλευαν, και πάλι δεν θα ‘φτανε. Τον σπλαχνίστηκε ο αφέντης του. Και του χάρισε το χρέος ολόκληρο. Δεν του ‘κοψε μια δόση, δεν του κατέβασε το επιτόκιο… Εδώ σου χαρίζουν έξι μήνες δόσεις και γίνεται τόση διαφήμιση! Του το χάρισε όλο, σαν να μην υπήρχε ποτέ! Τι συγκυρία τώρα να θυμηθεί ο δούλος της ιστορίας μας πως κάποιος σύνδουλος, φίλος παλιός, του χρωστούσε 100 δηνάρια. Τον έπιασε από τον γιακά να τον πνίξει. «Τα θέλω πίσω, όλα!» Άτεγκτος, σκληρός, άπονος! Παρακαλούσε ο άλλος για λίγη πίστωση χρόνου. Μα δεν βρήκε έλεος. Αφηνιασμένος τον πέταξε στη φυλακή, μέχρι να ξεπληρώσει το μικρό του χρέος. Κι επειδή όλα μαθαίνονται, το ‘μαθε και το αφεντικό. Του το πρόλαβαν οι άλλοι δούλοι. Έξαλλος από οργή έπιασε το συγχωρημένο δούλο: «Σου χάρισα μύρια και δεν μπόρεσες να χαρίσεις ένα ελάχιστο; Σε ελέησα με άπειρο έλεος και δεν μπόρεσες να δείξεις σταγόνα έλεος; Σου αξίζει τιμωρία μέχρι να επιστρέψεις όλη την οφειλή!»

Από "Λόγια Ζωής"